Monday, September 24, 2012

400 χρονάκια ήταν αυτά...

Τούρκικες λέξεις που χρησιμοποιούμε καθημερινά! Φανταστειτε τι θα γίνει μετα απο μερικά χρόνια προβολων τουρκικων σηριαλ..

Δείτε μερικές λέξεις που χρησιμοποιούμε στην καθημερινότητα αλλά είναι...
Τούρκικες:

ΑΛΑΝ(Ι)  (αλήτης),
ΑΛΑΝΑ  (ανοιχτός χώρος),
ΑΓΑΣ (δεσποτικός-αυταρχικός),
ΑΓΙΑΖ(Ι)   (πρωινό ή νυχτερινό κρύο),
ΓΙΑΟΥΡΤ(Ι)  (πηγμένο γάλα),
ΚΑΡΠΟΥΖ(Ι)  (υδροπέπων),
ΜΕΝΕΞΕ(Σ)  (εύοσμο λουλούδι),
ΣΟΥΓΙΑΣ  (μαχαιράκι),
ΤΕΝΕΚΕΣ (δοχείο),
ΦΛΙΤΖΑΝ(Ι)  (κύπελλο),
ΤΣΕΠΗ  (θυλάκιο),
ΤΑΒΑΝ(Ι)  (οροφή),
ΤΖΑΚΙ  (παραγώνι),
ΚΑΪΚ(Ι)  (βάρκα),
ΜΕΛΤΕΜ(Ι) ( άνεμος ετησίας),
ΜΑΝΑΒ(ΗΣ)  (οπωροπώλης),
ΜΠΑΚΑΛ(ΗΣ)  (παντοπώλης),
ΓΛΕΝΤΙ  (διασκέδαση),
ΚΑΒΓΑΣ (φιλονικία),
ΚΕΦΙ (ευδιαθεσία),
ΧΑΤΙΡ(Ι)  (χάρη),
ΝΤΕΡΤ(Ι)  (καημός),
ΝΤΑΒΑΝΤΟΥΡ(Ι) (σύγχυση),
ΤΣΙΜΠΟΥΚΙ (καπνοσύριγγα),
ΧΑΣΑΠ(ΙΚΟ) (κρεοπωλείο),
ΝΤΟΥΛΑΠ(Ι)  (ιματιοθήκη),
ΔΕΡΒΕΝ(Ι)  (κλεισούρα),
ΜΠΑΪΡΑΚ(Ι ) (σημαία),
ΤΣΟΜΠΑΝ(ΗΣ) (βοσκός-ποιμένας),
ΓΙΛΕΚΟ (περιθωράκιον),
ΧΑΜΠΑΡΙΑ (αγγελία-νέα),
ΓΙΑΠΙ (οικοδομή),
ΓΙΑΚΑΣ (περιλαίμιο),
ΓΙΑΡΜΑΣ (ροδάκινο),
ΓΙΝΑΤ(Ι)  (πείσμα),
ΓΙΟΥΡΟΥΣ(Ι)  (επίθεση),
ΓΚΕΜΙ  (χαλινάρι),
ΓΟΥΡΙ  (τύχη),
ΓΡΟΥΣΟΥΖ(ΗΣ)  (κακότυχος),
ΓΚΑΪΝΤΑ (άσκαυλος),
ΕΡΓΕΝ(ΗΣ)  (άγαμος),
ΖΑΜΑΝΙΑ (μεγάλο χρονικό διάστημα),
ΖΑΡΖΑΒΑΤΙΚΑ (λαχανικά),
ΖΟΡΙ (δυσκολία),
ΖΟΥΜΠΟΥΛΙ (υάκινθος),
ΚΑΒΟΥΚ(Ι)  (καύκαλο),
ΚΑΒΟΥΡΔ(ΙΖΩ)  φρυγανίζω-ξεροψήνω),
ΚΑΖΑΝ(Ι)  (λέβητας),
ΚΑΣΜΑΣ (αξίνα-σκαπάνη),
ΚΑΛΕΜ(Ι)  (γραφίδα),
ΚΑΛΟΥΠ(Ι)  (μήτρα-πρότυπο),
ΚΑΛΠΙΚ(ΟΣ)  (κίβδηλος),
ΚΑΠΑΚ(Ι)  (σκέπασμα- κάλυμμα),
ΚΑΡΑΟΥΛ(Ι)  (φρουρά-σκοπιά),
ΚΟΥΒΑΣ (κάδος-αγγείο),
ΝΤΙΠ ΓΙΑ ΝΤΙΠ (ολωσδιόλου),
ΚΑΤΣΙΚΑ (ερίφι-γίδα),
ΚΕΛΕΠΟΥΡ(Ι)  (ανέλπιστο εύρημα),
ΚΙΜΑΣ (ψιλοκομμένο κρέας),
ΚΙΟΣΚΙ (περίπτερο),
ΚΟΛΑΪ (ευκολία-άνεση),
ΚΟΛΑΟΥΖ(ΟΣ)  (οδηγός),
ΚΟΠΙΤΣΑ (πόρπη),
ΚΟΤΖΑΜ (τεράστιος-πελώριος),
ΚΟΤΣΑΝ(Ι) (μίσχος),
ΚΑΦΑΣ(Ι0  (κιβώτιο),
ΚΟΤΣΙ (αστράγαλος),
ΚΟΥΒΑΡΝΤΑΣ(γενναιόδωρος-ανοιχτοχέρης),
ΚΟΥΜΠΑΡΑΣ (δοχείο χρημάτων),
ΚΟΥΣΟΥΡ(Ι)  (ελάττωμα-μειονέκτημα),
ΚΟΥΤΟΥΡΟΥ (ασύνετα-απερίσκεπτα),
ΛΑΓΟΥΜ(Ι) (υπόνομος-οχετός),
ΛΑΠΑΣ (χυλός),
ΛΕΒΕΝΤ(ΗΣ)  (ανδρείος-ευσταλής),
ΛΕΚΕΣ (κηλίδα),
ΛΕΛΕΚΙ (πελαργός),
ΛΟΥΚΙ (υδροσωλήνας),
ΜΑΓΙΑ (προζύμη-ζυθοζύμη),
ΜΑΓΚΑΛΙ (πύραυνο),
ΜΑΓΚΟΥΦ(ΗΣ)  (έρημος),
ΜΑΪΝΤΑΝ(ΟΣ)  (πετροσέλινο-μακεδονίσι),
ΜΑΝΤΖΟΥΝ(Ι)  (φάρμακο),
ΜΑΟΥΝΑ (φορτηγίδα),
ΜΑΡΑΖΙ (φθίση),
ΜΑΡΑΦΕΤ(Ι)  (μικρό εργαλείο),
ΜΑΣΟΥΡ(Ι)  (μικρό ξύλο),
ΜΑΧΑΛΑΣ (συνοικία),
ΜΕΖΕ(Σ)  (ορεκτικά),
ΜΕΝΤΕΣΕ(Σ)  (στρόφιγγα),
ΜΕΡΑΚΙ (πόθος),
ΜΕΡΕΜΕΤ(Ι)  (επισκευή-επιδιόρθωση),
ΜΟΥΣΑΜΑ(Σ)  (κερωμένο-αδιάβροχο ύφασμα),
ΜΟΥΣΑΦΙΡ(ΗΣ)  (φιλοξενούμενος-επισκέπτης),
ΜΠΑΓΙΑΤΙΚΟ (μη νωπό),
ΜΠΑΓΛΑΡ(ΩΝΩ)   (δένω-φυλακίζω),
ΜΠΑΛΤΑ(Σ)  (πελέκι),
ΜΠΑΜΙΑ (ιβίσκος ο εδώδιμος),
ΜΠΑΜΠΑ(Σ)  (πατέρας),
ΜΠΑΜΠΑΛ(ΗΣ) (ο πολύ γέρος),
ΜΠΑΞΕΣ  (περιβόλι-κήπος),
ΜΠΑΡΟΥΤ(Ι)  (πυρίτιδα),
ΜΠΑΤΖΑΚ(Ι ) (κνήμη-σκέλη),
ΜΠΑΤΖΑΝΑΚ(ΗΣ)  (σύγαμπρος-συννυφάδα),
ΜΠΑΤΙΡ(ΙΣΑ) (πτωχεύω-χρεοκοπώ),
ΜΠΑΧΑΡ(ΙΚΟ)  (αρωματικό άρτυμα),
ΜΠΕΚΡΗ(Σ)  (μέθυσος),
ΜΠΕΛΑΣ (ενόχληση),
ΠΟΥΣΤ(ΗΣ)-ΜΠΙΝΕ(Σ) (κίναιδος-ασελγής),
ΜΠΟΓΙΑ (βαφή-χρώμα),
ΜΠΟΓΙΑΤΖΗ(Σ) (ελαιοχρωματιστής)
ΜΠΟΪ (ανάστημα-ύψος),
ΜΠΟΛΙΚΟ(Σ)  (άφθονος),
ΜΠΟΣΤΑΝ(Ι)  (λαχανόκηπος),
ΜΠΟΣΙΚΟ(Σ)  (χαλαρός),
ΜΠΟΥΖΙ (πάγος-ψύχρα),
ΜΠΟΥΛΟΥΚ(Ι)  (στίφος-άτακτο πλήθος),
ΜΠΟΥΛΟΥΚΟ(Σ)  (καλοθρεμμένος-παχουλός),
ΜΠΟΥΝΤΑΛΑ(Σ)  (κουτός-ανόητος),
ΜΠΟΥΝΤΡΟΥΜ(Ι)  (φυλακή),
ΜΠΟΥΡΙ (καπνοσωλήνας),
ΜΠΟΡΑ (καταιγίδα)
ΜΠΟΥΤΙ (μηρός),
ΜΠΟΥΧΤΙΣΜ(Α)  (κορεσμός),
ΝΑΖΙ (κάμωμα-φιλαρέσκεια),
ΝΤΑΜΑΡ(Ι)  (φλέβα-λατομείο),
ΝΤΑΜΠΛΑ(Σ)  (αποπληξία),
ΝΤΑΝΤΑ (παραμάνα-τροφός),
ΝΤΑΡΑΒΕΡ(Ι)  (συναλλαγή-αγοραπωλησία),
ΝΤΕΛΑΛΗ(Σ)  (διαλαλητής),
ΝΤΕΛΗΣ (παράφρονας),
ΝΤΙΒΑΝI (κρεβάτι),
ΝΤΟΥΒΑΡΙ (τοίχος),
ΝΤΟΥΜΑΝΙ (καταχνιά-καπνός),
ΝΤΟΥΝΙΑΣ (κόσμος-ανθρωπότητα),
ΠΑΖΑΡ(Ι)  (αγορά-διαπραγμάτευση),
ΠΑΝΤΖΑΡ(Ι)  (κοκκινογούλι-τεύτλο),
ΠΑΤΖΟΥΡ(Ι)  (παραθυρόφυλλο),
ΠΑΠΟΥΤΣ(Ι)  (υπόδημα),
ΠΕΡΒΑΖ(Ι)  (πλαίσιο θυρών),
ΠΙΛΑΦΙ (ρύζι),
ΡΑΧΑΤ(Ι)  (ησυχία)
ΣΑΚΑΤΗ(Σ)  (ανάπηρος),
ΣΑΜΑΤΑ(Σ)  (θόρυβος),
ΣΕΝΤΟΥΚΙ (κιβώτιο),
ΣΕΡΤΙΚΟ (τσουχτερό, βαρύ),
ΣΙΝΑΦΙ (συντεχνία, κοινωνική τάξη),
ΣΙΝΤΡΙΒΑΝ(Ι)  (πίδακας),
ΣΙΡΟΠΙ (πυκνόρρευστο διάλυμα ζάχαρης),
ΣΑΪΝΙ (ευφυής),
ΡΟΥΣΦΕΤ(Ι)  (χαριστική εξυπηρέτηση),
ΣΟΒΑ(Σ)  (ασβεστοκονίαμα),
ΣΟΪ (καταγωγή-γένος),
ΣΟΚΑΚΙ (δρόμος),
ΣΟΜΠΑ (θερμάστρα),
ΣΟΥΛΟΥΠ(Ι) (μορφή-σχήμα),
ΤΑΜΠΛΑ(Σ)  (αποπληξία-συγκοπή),
ΤΑΠΙ (χωρίς χρήματα),
ΤΑΡΑΜΑ(Σ)  (αυγοτάραχο),
ΤΑΣΑΚΙ (σταχτοδοχείο),
ΤΑΧΙΝ(Ι)  (αλεσμένο σουσάμι),
ΤΑΨΙ (μαγειρικό σκεύος),
ΤΕΚΕΣ (καταγώγιο),
TΕΜΠΕΛΗ(Σ)  (οκνηρός-ακαμάτης),
ΤΕΡΤΙΠ(Ι)  (τέχνασμα-απάτη),
ΤΕΦΑΡΙΚΙ (εκλεκτό-αριστούργημα),
ΤΕΦΤΕΡ(Ι) (κατάστιχο),
ΤΖΑΜΙ (υαλοπίνακας-γυαλί),
ΤΣΑΜΠΑ (δωρεάν),
ΤΖΑΝΑΜΠΕΤ(ΗΣ)  (κακότροπος-δύστροπος),
ΤΟΠΙ (σφαίρα),
ΤΟΥΛΟΥΜ(Ι)  (ασκός),
ΤΟΥΛΟΥΜΠΑ (αντλία),
ΤΟΥΜΠΕΚΙ (σιωπή),
ΤΡΑΜΠΑ (ανταλλαγή),
ΤΣΑΪΡΙ (λιβάδι-βοσκοτόπι),
ΤΣΑΚΑΛΙ (θώς),
ΤΣΑΚΙΡ(ΗΣ)  (γαλανομάτης),
ΤΣΑΚΜΑΚ(Ι)  (αναπτήρας),
ΤΣΑΝΤΑ
ΤΣΑΝΤΙΡΙ (σκηνή),
ΤΣΑΠΑΤΣΟΥΛ(ΗΣ)  (ανοικοκύρευτος-άτσαλος),
ΤΣΑΡΚΑ (επιδρομή-περιπλάνηση),
ΤΣΑΝΤΙΖ(Ω)  (εξοργίζω-προσβάλω),
ΤΣΑΧΠΙΝΗ(Σ)  (κατεργάρης-πονηρός),
ΤΣΙΓΚΕΛ(Ι)  (αρπάγη-σιδερένιο άγκιστρο),
ΤΣΙΦΟΥΤ(ΗΣ -ΤΣΙΓΚΟΥΝΗ(Σ)  (φιλάργυρος),
ΤΣΙΡΑΚΙ (ακόλουθος),
ΤΣΙΣΑ (ούρα),
ΤΣΙΦΤ(ΗΣ)   (άψογος-ικανός),
ΤΣΟΥΒΑΛΙ (σακί),
ΤΣΟΥΛΟΥΦ(Ι)  (δέσμη μαλλιών),
ΤΖΟΓΛΑΝ(Ι)  (νέος)
ΤΣΟΠΑΝΗ(Σ)  (βοσκός)
ΦΑΡΑΣΙ (φτυάρι-σκουπιδολόγος),
ΦΑΡΣΙ (τέλεια-άπταιστα),
ΦΥΝΤΑΝ(Ι)  (φυτώριο),
ΦΙΣΤΙΚ(Ι)  (πιστάκη),
ΦΥΤΙΛΙ (θρυαλλίδα),
ΦΟΥΚΑΡΑ(Σ)  (κακομοίρης-άθλιος),
ΦΟΥΝΤΟΥΚ(Ι)  (λεπτοκάρυο-λευτόκαρο),
ΦΡΑΝΤΖΟΛΑ (ψωμί),
XABOYZ(A) (δεξαμενή νερού),
ΧΑΖΙ (ευχαρίστηση),
ΧΑΛΑΛΙΖΩ (συγχωρώ),
ΧΑΛΙ (άθλιο),
ΧΑΛΙ (τάπητας),
ΧΑΛΚΑΣ (κρίκος),
ΧΑΜΑΛ(ΗΣ) (αχθοφόρος),
ΧΑΝΙ (πανδοχείο),
ΧΑΠΙ (καταπότι),
ΧΑΡΑΜΙ (άδικα),
ΧΑΡΜΑΝΗ(Σ) (χασισοπότης),
ΧΑΡΤΖΙΛΙΚΙ (μικρό χρηματικό ποσό),
ΧΑΒΑΣ (μουσικός σκοπός)
ΧΑΦΙΕΣ(καταδότης),
ΧΟΥΖΟΥΡΕΜΑ (ανάπαυση),
ΧΟΥΪ (ιδιοτροπία),
ΧΟΥΝΕΡΙ (πάθημα-εξαπάτηση).