Wednesday, January 2, 2013

Πώς γίνεται οι φάλαινες ή τα δελφίνια που είναι θηλαστικά να μην πνίγονται την ώρα που κοιμούνται μέσα στο νερό;


...τα θηλαστικά ατά κυριολετικά… μισοκοιμούντι. Το ένα ήμισυ του εγκεφάλου τους πέφτει σε μια κατάσταση ύπνου ενώ και το αντίθετο μάτι μένει κλειστό. Το άλλο μισό, έστω και δουλεύοντας σε χαμηλές «στροφές», μένει άγρυπνο φροντίζοντας γιατην αναπνοή τους και προκειμένου να αποφύγουν διάφορους εχθρούς ή τυχόν εμπόδια. Κάθε τόσο άλλωστε τα θηλαστικά αυτά, ακόμη και τις ώρες του όποιου ύπνου τους, πρέπει να ανεβαίνουν στην επιφάνεια για να πάρουν φρέσκο αέρα.Υστερα από περίπου δύο ώρες η κατάσταση αυτή αντιστρέφεται και αναπαύεται το άλλο μισό του εγκεφάλου. Περίπου το 33% του εικοσιτετραώρου τους τα δελφίνια το περνούν σε αυτή την κατάσταση της κατά το ήμισυ ύπνωσης. Πρέπει πάντως να έχουν διαρκώς τον έλεγχο της διόδου απʹ όπου εισέρχεται ο αέρας και αυτό επιτυγχάνεται μόνο όταν δεν είναι όλο το σώμα τους σε νάρκωση, αντίθετα από τον άνθρωπο, για παράδειγμα, που μπορεί να αναθέτει τη διαδικασία της αναπνοής την ώρα του ύπνου του σε αυτόματους μηχανισμούς. Βέβαια οι αναπνοές τους ελαττώνονται στο ήμισυ (τρεις ως επτά στο λεπτό), ενώ έχουν αρκετά μεγάλη ανοχή στο διοξείδιο του άνθρακα, ώστε να πρέπει σε αραιά σχετικά χρονικά διαστήματα να ανεβαίνουν στην επιφάνεια.

Στις απογειώσεις του διαστημικού λεωφορείου οι επιβαίνοντες τοποθετούνται όχι καθιστοί αλλά σε στάση παράλληλη με την επιφάνεια του εδάφους

Γιατί συμβαίνει αυτό;

Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει ο καθένας ότι στις επιταχύνσεις που αναπτύσσονται στη διάρκεια της απογείωσης το ανθρώπινο σώμα δοκιμάζεται αρκετά. Οι αστροναύτες δεν υποφέρουν τόσο όσο οι πιλότοι της πολεμικής αεροπορίας αφού λέγεται ότι η επιτάχυνση κυμαίνεται από τα 1,6 g ως το πολύ τα 3 g. Δηλαδή ένα άτομο βάρους 80 κιλών θα αισθάνεται ότι ζυγίζει από 108 ως και 240 κιλά που θα επιβαρύνουν, αν βρίσκεται δεμένος με τις ζώνες ασφαλείας καθιστός, κυρίως την σπονδυλική του στήλη. Ταυτόχρονα η καρδιά με αυτές τις συνθήκες της αυξημένης βαρύτητας δυσκολεύεται να τροφοδοτήσει με αρκετό αίμα τον εγκέφαλο. Αν όμως η τοποθέτηση των αστροναυτών είναι οριζόντια, τότε καρδιά και εγκέφαλος βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο και αυτό σε έναν γυμνασμένο άνθρωπο επιτρέπει να αντέξει ακόμη και 17 g για πολύ μικρά χρονικά διαστήματα, είναι η αλήθεια, χωρίς να χάσει τις αισθήσεις του.

Γιατί τα απλωμένα ρούχα αρχίζουν να στεγνώνουν από τα επάνω προς τα κάτω;


Οχι για τον λόγο που έρχεται με την πρώτη στο μυαλό μερικών αναγνωστών. Δεν είναι η βαρύτητα άμεσα υπεύθυνη για τον τρόπο αυτόν του στεγνώματος. Δεν είναι δηλαδή το νερό που κατεβαίνει προς τα κάτω και έτσι μένουν πιο υγρά τα απλωμένα ρούχα στο κάτω μέρος τους. Το νερό μένει αρκετά καλά αιχμαλωτισμένο ανάμεσα στα νήματα ενός υφάσματος ώστε η κυκλοφορία του να βασίζεται περισσότερο στους κανόνες των τριχοειδών αγγείων, κανόνες που φαινομενικά δεν συμμορφώνονται με τους νόμους της βαρύτητας. Ετσι η μόνη εξήγηση για το φαινόμενο είναι ότι ο αέρας που έρχεται σε επαφή με το βρεγμένο ύφασμα, καθώς το νερό εξατμίζεται, ψύχεται, παρασύρει μόρια νερού και όντας βαρύτερος από τον γύρω θερμότερο αέρα κατεβαίνει προς τα κάτω λόγω της βαρύτητας. Οντας όμως πιο κορεσμένος από υδρατμούς έχει πολύ μικρότερη δυνατότητα απορρόφησης απʹ ό,τι προηγουμένως. Ετσι τα μόρια νερού εξατμίζονται πιο εύκολα στο επάνω μέρος του βρεγμένου υφάσματος. Οσο η διαδικασία αυτή προχωρεί και στεγνώνουν τα ανώτερα τμήματα, το στέγνωμα προχωρεί πιο κάτω, ώσπου τελικά να φύγουν απʹ όλη την επιφάνεια τα μόρια του νερού. Αυτή η διαδικασία εννοείται ότι δεν είναι τόσο έκδηλη σε περίπτωση πολύ υγρού καιρού ή όταν η ταχύτητα του γύρω αέρα είναι αρκετά μεγάλη.

Πώς με τη βοήθεια του άνθρακα-14 οι επιστήμονες βρίσκουν την ηλικία αντικειμένων από τις πολύ παλαιότερες εποχές του ανθρώπινου πολιτισμού;

Πώς με τη βοήθεια του άνθρακα-14 οι επιστήμονες βρίσκουν την ηλικία αντικειμένων από τις πολύ παλαιότερες εποχές του ανθρώπινου πολιτισμού;

Α. Λίγο μετά τον Bʹ Παγκόσμιο Πόλεμο ο αμερικανός ερευνητής Γουίλαρντ Λίμπι παρουσίασε μια μέθοδο για την ανεύρεση της ηλικίας όχι μόνο αντικειμένων από διάφορες ανασκαφές αλλά και οστών που ανήκαν σε κάποτε ζωντανούς οργανισμούς. H επιτυχία της ήταν τέτοια ώστε το 1961 τιμήθηκε με το Νομπέλ Χημείας. Στην ιονόσφαιρα έχουμε, λόγω των σωματιδίων από τον ήλιο και της συνάντησής τους εκεί ψηλά με τα μόρια του αζώτου, τη δημιουργία ενός πλήθους από ασταθείς άνθρακες, τους γνωστούς C‐14, που σιγά σιγά θα ξαναγίνουν άζωτο εκπέμποντας ακτινοβολία β και νετρίνο.
Από μια ποσότητα τέτοιου άνθρακα, ύστερα από 5.730 χρόνια, θα έχει μετατραπεί σε άζωτο η μισή. Επειδή η διαδικασία της δημιουργίας τέτοιου άνθρακα στην ατμόσφαιρα και της μετατροπής του μετά σε άζωτο έχει φθάσει να πραγματοποιείται με σχεδόν σταθερό ρυθμό εδώ και χιλιάδες χρόνια, ξέρουμε σήμερα πόση είναι αυτή η ποσότητα C‐14 και ότι διατηρείται σχεδόν σταθερή για μεγάλες χρονικές περιόδους. Διοξείδιο του άνθρακα από την ατμόσφαιρα, στο οποίο ο άνθρακας μπορεί να είναι και του τύπου C‐14, χρησιμοποιείται από τα φυτά για τη φωτοσύνθεση και μέσα από αυτή τη διαδικασία βρίσκουμε άνθρακα‐14 σε ζωντανούς βλαστούς. Κατά συνέπεια και σε όποιο πλάσμα τρέφεται από αυτούς. Εντομα, ερπετά, ψάρια και θηλαστικά όταν είναι ζωντανά έχουν άτομα άνθρακα‐14 στη σταθερή αναλογία ένα για κάθε 76 δισ. άτομα άνθρακα‐12. Και εμείς οι άνθρωποι, εννοείται. Από τη στιγμή όμως που ένας οργανισμός, φυτικός ή ζωικός, παύει να είναι ζωντανός, δεν προσλαμβάνει άνθρακα‐14 ενώ βαθμιαία χάνει και αυτόν που είχε.
Συγκρίνοντας το κλάσμα που φτιάχνουν οι ποσότητες του άνθρακα‐14 και του άνθρακα‐12 που βρίσκουμε στα υπολείμματα ενός νεκρού πια ιστού με την αντίστοιχη τιμή όταν είναι ζωντανός και λειτουργεί κανονικά, σε συνδυασμό με τη γνώση για τον απαιτούμενο χρόνο των 5.730 ετών ώστε να μείνει η μισή ποσότητα C‐14, μπορούμε να βρούμε πόσος χρόνος μεσολάβησε από το έτος που άφησε την τελευταία του πνοή ένας οργανισμός. Διάφορες δραστηριότητες επάνω στη Γη παραμορφώνουν τα αποτελέσματα της μεθόδου και πρέπει να γίνονται οι σχετικές διορθώσεις. H καύση υδρογονανθράκων τους τελευταίους δύο αιώνες που δεν περιείχαν άνθρακα‐14 ελάττωσαν την αναλογία του, κάτι που ισοδυναμεί με 400 χρόνια λιγότερα, ενώ οι πυρηνικές εκρήξεις από το 1955 ως το 1961 αύξησαν τον άνθρακα‐14, ώστε στα αποτελέσματα πρέπει να προστίθενται περίπου 1.500 χρόνια. Αυτή τη στιγμή είναι παραδεκτό ότι η μέθοδος δίνει αξιόπιστα αποτελέσματα για περιπτώσεις ως και 10.000 χρόνια πίσω. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγουμε βοηθούμενοι και από την εξέταση των δακτυλίων στους κορμούς των δένδρων, οι οποίοι σαν άριστοι κομπιούτερ έχουν καταγράψει τις μεταβολές στην ατμόσφαιρα όλο αυτό το διάστημα. Από τα 30.000 χρόνια και ως τα 50.000 πίσω τα αποτελέσματα είναι λιγότερο αξιόπιστα.

Οι ονομασίες των 12 μηνών

Ιανουάριος:  Προέρχεται από τον θεό Janus, τον προστάτη των δημοσίων διόδων και πυλών της Ρώμης· η λατρεία του συνδεόταν με κάθε αρχή η ξεκίνημα, γι” αυτό και είναι ο πρώτος μήνας του έτους.

Φεβρουάριος: Από το λατινικό επίθετο februus (καθαρτικός), γιατί κατά τη διάρκεια του μήνα αυτού – που ήταν ο τελευταίος στο αρχαίο ρωμαϊκό ημερολόγιο -γίνονταν γιορτές εξαγνισμού.

Μάρτιος: Προέρχεται από το λατινικό martius (άρειος), γιατί ο μήνας αυτός ήταν αφιερωμένος στη λατρεία του θεού Άρη (Mars).

Απρίλιος: Από το λατινικό aprilius (ανοικτός), γιατί κατά το μήνα αυτό άνοιγαν οι ανθοί των λουλουδιών. Κάποιοι αποδίδουν το όνομα στο Αφρώ (μεταγενέστερη μορφή της Αφροδίτης), επειδή οι Ρωμαίοι θεωρούσαν το μήνα αυτό αφιερωμένο σ” αυτήν.
Μάιος: Προέρχεται από τη maja (μαία), τη μάνα της Γης, που τρέφει τον άνθρωπο και την Κυβέλη, που ανάθρεψε τον Ερμή.

Ιούνιος: Από το λατινικό junius [αυτός που σχετίζεται με την Ήρα (Juno)], λόγω λατρείας της θεάς Ήρας κατά το μήνα αυτό.

 

Ιούλιος: Παλαιότερα λεγόταν Quintilis (Πέμπτος). Το 44 π.Χ. ονομάστηκε Julius, προς τιμήν του αυτοκράτορα Ιούλιου Καίσαρα, που γεννήθηκε στις 7 Ιουλίου 101 π.Χ.

Αύγουστος: Σημαίνει σεβαστός στα λατινικά και αρχικά ονομαζόταν Sextus (Έκτος). Το 27 π.Χ. ονομάστηκε Augustus προς τιμήν του αυτοκράτορα Οκταβιανού Αυγούστου, που έγινε μονοκράτορας. Κάποιοι αποδίδουν την ονομασία του στη λέξη augur (οιωνοσκόπος).

Σεπτέμβριος: Από το λατινικό septem (εφτά), γιατί ήταν ο έβδομος μήνας του αρχαίου ρωμαϊκού ημερολογίου.

Οκτώβριος: Από το λατινικό octo (οχτώ), γιατί ήταν ο όγδοος μήνας. Είναι ο μόνος «αριθμητικός» μήνας που δεν περιέχει το γράμμα Μ. Έτσι είναι λάθος να λέμε Οκτώμβριος!
Νοέμβριος: Από το λατινικό novem (εννέα).

Δεκέμβριος: Από το λατινικό decem (δέκα), λόγω της θέσης που είχε στο αρχαίο ρωμαϊκό ημερολόγιο.

by Αντικλείδι , http://antikleidi.wordpress.com